Γράφει η κ. Χαρά Βλαχάκη
Μια χρονιά τέτοια μέρα κατέβηκα με τον πρώτο ξάδελφό μου από το χωριό στο Αγρίνιο που γιόρταζε ο αδελφός της μάνας μου..
Η θεία μου(η γυναίκα του) είχε φτιάξει γλυκό καρυδάτο που δεν το είχα ξαναφάει ποτέ μου...ήταν φανταστικό με την κουβερτούρα τυλιγμένο και η γέμιση γεμάτη καρύδι!
Δεν έχανα ευκαιρία μόλις δεν με βλέπανε άρπαζα ένα -δύο κομμάτια και πήγαινα απόμερα και τα έτρωγα..
Την επόμενη μέρα ξεκινήσαμε για τον Τριπόταμο.
Κατά τις ένδεκα φτάσαμε στην Δυτική Φραγκίστα και κατεβήκαμε από το λεωφορείο.
Ήμουν σε άθλια κατάσταση δεν θυμάμαι στην ζωή μου να μπήκα σε λεωφορείο και να μην ζαλίστηκα...
Μόλις συνήλθα λίγο ρώτησα τον ξαδελφό μου που ήταν πιο μεγάλος αν είναι μακριά το χωριό από κει που ήμασταν και μήπως να πηγαίναμε με τα πόδια μιας και το λεωφορείο θα περνούσε στις πέντε για Αμπάρες....βέβαια εγώ ήθελα να το αποφύγω και προτιμούσα τον ποδαρόδρομο από το να ξαναμπώ στο λεωφορείο...
Μου είπε ότι είναι μακριά, αλλά αν κόψουμε δρόμο περνώντας τον Αγραφιώτη είναι λίγο πιο κοντά... τον είδα ότι ήταν πρόθυμος και του είπα να ξεκινήσουμε...
Πήραμε κάτι τσαντούλες με πραγματάκια που μας είχε βάλει η γιαγιά και ξεκινήσαμε...
Κατηφόρα ήταν, παιδιά ήμασταν μια χαρά προχωρούσαμε....κόβαμε από σοκάκια να γλυτώσουμε δρόμο και χωρίς να το καταλάβουμε φτάσαμε στην Φτερόλακα.
Ο ξαδελφός μου μου είπε να κόψουμε αριστερά να περάσουμε το ποτάμι ...έτσι θα γλιτώναμε ολόκληρο κύκλο από Κρυονέρι-Αμπάρες- Τσούκα....αρκετά χιλιόμετρα...
Φτάνοντας στο ποτάμι για κακή μας τύχη είχε βρέξει και είχε κατεβάσει.... βρε από δω να περάσουμε, βρε από κει... πήγαινε μπροστά ο ξάδελφός μου και μόλις τον έβλεπα που κόντευε να τον φτάσει το νερό στην μέση (άρα εγώ θα έμπαινα μέχρι το λαιμό)...του έλεγα πως δεν πρόκειται να μπω με τίποτα...
Ξαναγύριζε πίσω και πηγαίναμε σε άλλο σημείο και πάλι τα ίδια... δεν ξέρω πόση ώρα φάγαμε ψάχνοντας για ρηχό πέρασμα ...ίσως να κόντευε να περάσει και το λεωφορείο... κάτι ο ποδαρόδρομος, κάτι το λεωφορείο, η ώρα που πέρασε..άρχισε και με έκοβε η πείνα ...
Ξαναγύριζε πίσω και πηγαίναμε σε άλλο σημείο και πάλι τα ίδια... δεν ξέρω πόση ώρα φάγαμε ψάχνοντας για ρηχό πέρασμα ...ίσως να κόντευε να περάσει και το λεωφορείο... κάτι ο ποδαρόδρομος, κάτι το λεωφορείο, η ώρα που πέρασε..άρχισε και με έκοβε η πείνα ...
Δεν μπορεί η γιαγιά θα έβαλε γλυκά για τους δικούς μου στο σπίτι....άρχισα να ψάχνω τις τσάντες...καπνός για τον πατέρα μου...δυο-τρία πορτοκάλια άλλα τόσα λεμόνια... ώπ! ...
να και τα γλυκά! 6 κομμάτια ένα για τον καθένα...για μένα δεν έβαλε σου λέει έφαγε και δεν έφαγα λίγα με αυτά που έκλεψα...
Αν φάω ένα δεν χάλασε ο κόσμος σκέφτηκα και άρχισα να τρώω ένα καρυδάτο...
ο ξάδελφος έψαχνε ακόμα πέρασμα ...εγώ ακολουθούσα αλλά είχα και το νου μου στην τσάντα με τα γλυκά....
κάποια στιγμή και αφού κοντέψαμε να περπατήσουμε ολόκληρο το μήκος του Αγραφιώτη βρήκαμε πέρασμα στα μέτρα μου και περάσαμε απέναντι....
Τώρα όμως έπιανε η ανηφόρα, συν την ταλαιπωρία ....ένα γλυκό ακόμα ήταν ό,τι έπρεπε!
Να μην τα πολυλογώ μέχρι να φτάσουμε το σούρουπο στο χωριό δεν έμεινε γλυκό ούτε για δείγμα...σιγά μην ήξεραν πως μου είχαν βάλει γλυκά να τους φέρω...
...
Την άλλη μέρα η μάνα μου βρήκε την αδελφή της και εκείνη της παίνευε τα γλυκά που έστειλε η γιαγιά και πως η νύφη που είχαν ήταν χρυσοχέρα....τι το ήθελε;
Ήρθε η μάνα μου στο σπίτι και μου λέει:
-Η μάνα μου, δεν σου έδωσε εσένα γλυκά για μας;
Ώχ...ευτυχώς έπαιρνα στροφές αμέσως..
Ώχ...ευτυχώς έπαιρνα στροφές αμέσως..
-Τι να σου πω ρε μάνα ..εμένα κόντεψε να με πάρει το ποτάμι να πνιγώ μαζί με τις τσάντες κι εσύ σκέφτεσαι τα γλυκά;
...έλιωσαν από το νερό και τα πέταξα...
...έλιωσαν από το νερό και τα πέταξα...
-Που τα πέταξες στην κοιλιά σου;
Τώρα να της πω...δεν ξεγελιόταν και εύκολα και ούτε ξέρω αν με πίστεψε ...έτσι κι αλλιώς τα γλυκά πέταξαν!
Χαρά-Χαρίκλεια Βλαχάκη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου